Νικόλας Σμυρνάκης | ΝανοΔιηγήματα

tumblr_luefizPkg91r1cwub1-500x563

Ο άνθρωπος στο ΝηΣί εκτός από αποφθέγματα δημοσιεύει (εδώ και μία εβδομάδα) πολύ μικρά διηγήματα ή αλλιώς: «ΝανοΔιηγήματα με άστατο χαρακτήρα και λίγους χαρακτήρες».

Τα  ΝανοΔιηγήματα (όπως και τα αποφθέγματα) δημοσιεύονται στη σελίδα του ανθρώπου στο facebook (εδώ), στο twitter (εδώ) και μεταφέρονται στο IslandofMan.me

Νανοδιηγήματα Vol.1:

  • Μόλις σταμάτησε να πυροβολεί έγειρα το κεφάλι και κοίταξα τις τρύπες στο στήθος μου. Τότε κατάλαβα ότι έχω καρδιά.
  • Μόλις τέλειωσε το ανακάτεμα των υλικών για τη δημιουργία του κόσμου, ξάπλωσε σε ένα σύννεφο ξέπνοος και ευχαριστημένος. Δεν ξύπνησε ποτέ.
  • Πολέμησα σε 24 μάχες, σκότωσα 400 άντρες, βίασα 28 γυναίκες. Τι άλλο να ζητήσει ένας μαχητής; -Καλησπέρα. -Ποιος είσαι συ; -Η τελευταία σου μάχη.
  • Παιδιά, χρήματα, επιτυχίες, χαρά δεν είχα. Ευχαριστημένος έφευγα. Και τότε με επισκέφτηκε ο Άγγελος χαρίζοντάς μου αθανασία. Αν τον πετύχω πουθενά…
  • 92 χρονών, ξύπνησε και σήμερα ευδιάθετος. Επειδή ξύπνησε.
  • – Φίλε, είδα ένα ακραίο όνειρο. Πέθανα, πήγα στην Κόλαση, συνάντησα το Διάβολο που μάλιστα σου έμοιαζε και.. – Άσε ξέρω. Και σε ρώτησε γιατί άργησες. Αλήθεια γιατί άργησες;
  • “Εμένα ρε απάτησες;”, ήταν η τελευταία κουβέντα που άκουσα. Ύστερα ξύπνησα στο νοσοκομείο. Η συρραφή όρχεων, μου είπαν, ήταν επιτυχής. Θα δείξει.

Νανοδιηγήματα Vol.2:

  • -Δεν μπορώ να αυτοκτονήσω. Όχι ακόμα. -Τι το θες το όπλο λοιπόν; -Θα σκοτώσω εσένα -Τι; -Χρειάζομαι τις τύψεις. Μετά θα μου είναι εύκολο. «Μπαμ»
  • 10 χρόνια στο καροτσάκι, είπε. Νιώθεις άσχημα, ρωτήθηκε. Αν δεν μου είχε συμβεί το ατύχημα δε θα είχα μάθει ποτέ να πετάω, είπε και πέταξε..
  • «Πουτάνα», κραύγασε ο πρώτος άνδρας, «γουρούνι» αντιμίλησε η πρώτη γυναίκα. Έπειτα κυλίστηκαν στα χόρτα του Παραδείσου.
  • «Κάντο σου λέω», του είπε και εκείνος της ρούφηξε το μάτι. Τότε μόνο κατάλαβε πόσο διαφορετικά βλέπει τον κόσμο. Εκείνη έμεινε με ένα μάτι, αλλά δεν ξαναμάλωσαν ποτέ
  • “Αυτό που με χαλάει πιο πολύ είναι η σούβλα. Γύρω γύρω όλη την ώρα μου ‘ρχεται μια αναγούλα, να σου γυρίζουν τ’άντερα”, σκέφτηκε και πρόσθεσε στη γλώσσα του: “Μπεεε..”
  • – Λένε ότι τις πολύ όμορφες γυναίκες είτε τις φοβούνται και δεν τις πλησιάζουν, είτε δεν ξέρουν πώς να τις φερθούν όταν τις πλησιάσουν. Να κάτσω ή να τους επιβεβαιώσουμε; – Ορίστε; – Λένε ότι.. – Περίμενε. Κάτσε πρώτα.

Νανοδιηγήματα Vol.3:

– Σταμάτα, μη με χτυπάς άλλο, θα τα πω όλα. – Ένα μόνο θέλω να μάθω. – Ό,τι κι αν είναι θα στο μαρτυρήσω. – Πόσο ακόμα αντέχεις τον πόνο..

———-

Ο Θεός αρνήθηκε τον εαυτό του, παντρεύτηκε, έκανε παιδιά αλλά σύντομα τον έπιασαν τα διαόλιά του. Άρχισε να προσεύχεται να ξαναβρεί τον εαυτό του.

———-

-Σταμάτα σου λέω, σταμάτα. Είσαι με τα καλά σου; -Εντάξει. -Μα τι κάνεις; -Δε μου είπες να σταματήσω; -Να σταματήσεις να σταματάς εννοούσα…

———-

– Καθώς μιλούσ..
-Ναι
– ..και προσπαθούσα να εξηγή..
-Τι;
-..πόσο λάθ..
-Πόσο;
-είναι να με διακόπτουν όταν κρατώ μαχαίρι.
-Τι κάνεις;
-Σε δια – κόπτω.

———-

Βγήκε από το σκάφος, χόρεψε συρτάκι, έσκουξε υπέρ της ελληνικότητας του σύμπαντος. Οι Αρειανοί την πέρασαν για Ελληνίδα και δεν έδωσαν σημασία.

———-

Νανοδιηγήματα Vol.4:

“Μαζί σου και στον Παράδεισο”, είπε ο διαβολάκος στη διαβολίνα του. Ανέβασαν τη θερμοκρασία του ήλιου να δροσιστούν και ξάπλωσαν να κουραστούν..

—————-

«Πάντα να γατέεις ήντα λες, μήδε λέξη να μη περσεύγει στα χείλη σου», είπε και ξεψύχησε στην αγκαλιά του γιου του. Εκείνος, δε ξαναμίλησε ποτέ.

—————-

Μόλις έλαβε το βραβείο, ένα μπρούτζινο αγαλματάκι, εξαφανίστηκε. Το πλήθος σάστισε. Μέρες μετά προσπαθούσε να επικοινωνήσει με την καθαρίστρια που βρισκόταν στο σπίτι. Ήταν ανώφελο. Δεν τον είχε συνηθίσει ούτε τόσο ακίνητο, ούτε τόσο μπρούτζινο. Ούτε όταν του καθάριζε τη μύτη δεν κατάλαβε ό,τι γίνεσαι αυτό που επιθυμείς πιο πολύ. 

—————-

-Όλο τα βραβεία έχεις στο μυαλό σου. Παράτα με. 
-Όλο τα βραβεία έχω στο μυαλό μου, έχεις δίκιο. 
-Το παραδέχεσαι λοιπόν. 
-Ε, αφού είμαι εδώ, μαζί σου, να σου μιλώ… Θες κι άλλη επιβεβαίωση;

—————-

Δεν μπορούσε να περπατήσει, ένα καρότσι τον έσερνε όλη μέρα. Κοιτούσε τους βαδίζοντες και χαμογελούσε. Εκείνοι δεν ήταν χαρούμενοι που μπορούσαν να ανοίξουν το παράθυρο..

—————-

Εκείνη ήταν 45 κιλά. Αυτός 112. Τον σήκωσε ψηλά και τον πέταξε 10 μέτρα μακριά. Δεν ήταν σούπερ-ηρωίδα. Μάνα ήταν που απείλησαν το γιο της.

—————-

Ο πρωθυπουργός παραδομένος, το υπουργικό συμβούλιο υπό περιορισμό. Όλη η πλατεία μια αγκαλιά.
Έργο τέχνης μουσείου σε 400 χρόνια από τώρα.

—————-

Έτος 2200: Πατέρας στο γιο: ”Αν αγόρι μου οι πρόγονοί μας πριν 188 χρόνια δεν ψήφιζαν συνειδητά σε εκείνες τις εκλογές, ακόμα κατοχή θα είχαμε”.

————–

Νανοδιηγήματα Vol.5:

-Μα τι έπαθε;
-Στεναχωριέται που τελικά θα καταστραφεί ο κόσμος το ‘12.
-Πώς;
-Όλα τα κινητά είναι προγραμματισμένα να ανατιναχθούν στις…

@!ΜΠΑΜ!@ 

—————-

Κάθε μέρα, 2 ώρες πριν δύσει, τρόχιζε τα δεσμά που τον έδεναν με τη σκιά του. Δέκα χρόνια μετά, πίστεψε τα κατάφερε. Το ρολόι έδειχνε 12 το μεσημέρι και ο ήλιος ήταν στο υψηλότερο σημείο του.

—————-

Αναρχικός δάσκαλος: Πόσο καιρό έχεις να γράψεις ΝανοΔιήγημα;

Ο άνθρωπος στο ΝηΣί: Εσύ πόσο καιρό έχεις να ρίξεις μολότοφ;
Αναρχικός δάσκαλος: Από πάντα.
Ο άνθρωπος στο ΝηΣί: Και τι κάνεις;
Αναρχικός δάσκαλος: Ρίχνω λέξεις. Κάνουν μεγαλύτερο κρότο και είναι πιο εύφλεκτες. Άκου!!!
Ο άνθρωπος στο ΝηΣί: Κουφό!

—————-

-Γιατί το έκανες αυτό;
-Πώς κάνεις έτσι μωρέ;

-Όχι και πώς κάνω. 
-Σταμάτα, υπερβολικέ.
-Υπερβολικός εγώ; Τσ,τσ,τσ, μα και συ, να με πυροβολήσεις στην καρδιά..;

—————-

Νανοδιηγήματα Vol.6:

Όταν ξύπνησε, είχε μια θολή αίσθηση υπερδύναμης. Άνοιξε το ψυγείο, κοίταξε την πηγή του πάχους του και είπε όχι. Αργότερα τον βρήκαν κρεμασμένο. Η αίσθηση υπερδύναμης είχε επιβεβαιωθεί.

—————-

Εκείνη πάντα του έδινε δίκιο. Αλλά και πάντα έφευγε από κοντά του. Τότε αποφάσισε να κάνει σχέση με το δίκιο του. Πέρασαν υπέροχα μαζί. Δικαίως. Μέχρι που και το δίκιο του τον εγκατέλειψε. Τότε αυτοκτόνησε. Αδίκως.

—————-

Έβαλε το κλειδί στην πόρτα, άνοιξε, μπήκε μέσα χωρίς να το βγάλει από την κλειδαριά, έκλεισε. Όταν πήγε να ανοίξει και πάλι, ήταν κλειδωμένη. Χαμογέλασε. Ήταν και επίσημα ο γρηγορότερος άνθρωπος του κόσμου.

—————-

-Από τι πέθανα;

-Από μένα.

-Και τι έκανα για να αξίζω την Κόλαση;

-Σ’ αγαπώ.

Πολύ γρήγορα θα μάθαινε ότι συνομιλούσε με τον ίδιο το διάβολο.

—————-

Νανοδιηγήματα Vol.7:

Πριν φωτιστεί ο ουρανός απ’ την πρώτη ανατολή δυο μάγοι ανακάτευαν συναισθήματα του κόσμου που θα έρθει. Μα πάντα τους έλειπε κάτι. Ξαφνικά ο ήλιος ξεμύτισε. Για πρώτη φορά ένιωσαν να εκπλήσσονται. Το μίγμα ονομάστηκε μαγεία.

—————-

“Δε θα σε μάθω ποτέ, όχι γιατί κρύβεσαι, μα γιατί κάθε στιγμή έχεις κάτι καινούριο να μου δώσεις”, της είπε και έφυγε. Για πάντα. Ήταν λίγος.

—————-

-Τι πουλάς;

– Ωραίο χιούμορ.

– Κι εγώ το αγοράζω γελώντας. Εσύ τι πουλάς;

– Καλή παρέα.

– Κι εγώ την αγοράζω περνώντας καλά.

– Τέτοιες αγοραπωλησίες να κάνουμε πάντα, είπαν και έδωσαν τα χέρια.

—————-

“Έχω  χιλιάδες λόγους να σε χωρίσω. Δε θυμάμαι όμως κανέναν. Γιατί είναι χιλιάδες”, του είπε και κυλίστηκαν στο κρεβάτι του “για πάντα”.

—————-