a-candle-g90d4bacba_1920

«Γιατί;» | Νικόλας Σμυρνάκης

[vc_row][vc_column][minti_image img=”33770″ img_size=”600×500″ align=”center”]Γέλια, πειράγματα, φρεσκάδα
η ζωή γιορτάζει δεκαέξι τώρα χρόνια
τρέχει κρατώντας πυρωμένη δάδα
λιώνει στο πέρας της τα χιόνια

Είκοσι μία ψυχές ανέμελες, ερωτευμένες
τόσο αγνές μα πρώιμα γινωμένες
τρέχουν τον αέρα για να νιώσουν
γεύση, δροσεράδα να του δώσουν

Είκοσι μία ανυποψίαστες ψυχές
κληρώνονται στο τραπέζι ενός αγγέλου
του θανάτου ακούγονται ευχές
μελωδίες τραγουδιού παραδεισένιου

Ο Έκπτωτος από τη μια,
ο άσπρος απ’ την άλλη με γκρίζα τα φτερά
μεθούν με το νερό, στερεύουν την πηγή
την ήδη πρόωρη βιάζουνε φυγή

Φταίει η τόση που νιώθουν μοναξιά
άκληροι ως είναι και χωρίς μιλιά
μαρτυρούν το μυστικό που κρύβει η ζωή
δεν απαντάνε στα γιατί με έτσι κ’ επειδή

Φώτα, στρίγκλισμα και κόρνα
μάτια σφαλιστά, μάτια φοβισμένα
Φώτα, στρίγκλισμα και κόρνα
χαμόγελα σβηστά, κορμιά αγκαλιασμένα

Χαιρετάνε τη Ζωή κι ας μην την είδανε ποτέ,
λυπούνται για τον κόσμο που δεν τους γνώρισε τότε
που το παιδικό όνειρο διακόπηκε, «Μικρέ
έχεις χρόνο ακόμα», Α ρε κόσμε, Α ρε χρόνε,

εσύ δεν σταματάς,
για πάντα τριγυρνάς,
εδώ βρήκες να σταθείς
για να ξεκουραστείς;

Οι στιγμές που πέρασαν θυμούνται
όσες θα ‘ρθουνε θα μάθουν

Τη μέρα που είκοσι μία χτύπησαν καμπάνες
την ώρα που τέμπλο έχτισε της νιότης μας το αίμα
το λεπτό που έκλαψαν μαζί τόσες πολλές μάνες
τη στιγμή που όλοι ψέλλισαν «πες μου ότι είναι ψέμα»

Νικόλας Σμυρνάκης
(13/04/2003)

(Για την τραγωδία στα Τέμπη – 13 Απριλίου 2003)

[vc_row][vc_column width=”1/1″][minti_divider style=”3″][minti_headline type=”div” weight=”fontweight-700″]ΒΙΒΛΙΑ[/minti_headline][vc_row][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”30876″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/tyrinos/” target=”_blank”][/vc_column][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”29138″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/alitheia/” target=”_blank”][/vc_column][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”27115″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/grapse-ti-diki-soy-istoria/” target=”_blank”][vc_row][vc_column width=”1/1″][vc_column_text][/vc_column_text][minti_image img=”24033″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product-category/books/” target=”_blank” align=”center”][vc_row][vc_column width=”1/1″][vc_column_text]

Κάθε παραγγελία συνοδεύεται από:

 ιδιόχειρη αφιέρωση του συγγραφέα
 κάρτα με απόφθεγμα του Νικόλα Σμυρνάκη
 δώρο σελιδοδείκτες σε κάθε βιβλίο
a-candle-g90d4bacba_1920

«Θνητός ο θάνατος» | Νικόλας Σμυρνάκης

[vc_row][vc_column][minti_image img=”33724″ img_size=”600×500″ align=”center”]Αύριο μπορεί να μην υπάρχεις. Το ξέρεις;

Ασχολείσαι όμως με το πόσα έχει και το τι κάνει ο γείτονάς σου.
Λες κι αυτό θα κάνει εσένα πλουσιότερο.
Με το αν ο άλλος πιστεύει στο Θεό ή όχι ή αν είναι αρκετά πιστός.
Λες και αυτό θα κάνει εσένα καλύτερο άνθρωπο.

Με το τι κάνει ο καθένας στη ζωή του.
Λες και αυτό θα καλυτερεύσει τη δική σου.
Με το γιατί σε σχολίασε ο τάδε.
Λες και αν γεμίσεις το «είναι» σου με τη σκέψη του, θα κάνεις καλό σε σένα.
Και κακό σε εκείνον.

Παλεύεις μουλωχτά να προσπεράσεις τον προπορευόμενο στην ουρά.
Να βολέψεις το παιδί σου.
Να κάνεις τη δουλίτσα σου.
Λες και δεν νοιάζεσαι για τη γνώμη σου για σένα.

Λες ψέματα σε κάθε ευκαιρία.
Λες και δεν ακούς πρώτα εσύ όσα ξεστομίζεις.
Λες και έτσι δεν χάνεις, κάθε μέρα κι από λίγο, την εκτίμηση που έχεις στον εαυτό σου.

Μεθαύριο θα ψηφίσεις πάλι κουμπάρους, κολλητούς, διευκολυντές.
Λες κι εσύ δεν θα ζήσεις στον σκάρτο κόσμο που δημιουργείς.

Διαμαρτύρεσαι για το πόσο χάλια πήγε η μέρα σου, γιατί, λέει, ξύπνησες στραβά.
Λες και δεν αρκεί που ξύπνησες.

Αν τώρα σου έλεγα «δώσε 1.000.000.000» για να εξαγοράσεις ένα ακόμα ξημέρωμα, θα τα ‘δινες;
Ναι;
Κατά τα άλλα όμως ξύπνησες στραβά, την τρέλα μου μέσα.

Τα είδες τα παιδιά; Επέστρεψαν από θάνατο
ενώ δεν είχαν φτάσει ακόμα στη ζωή.
Το τρένο της ζωής εκτροχιάζεται απρόσμενα.
Αναπάντεχα.

Ρώτα και τα παιδιά. Αυτά ξέρουν.
Δάσκαλοι ζωής για όλους μας,
με πρώτο μάθημα το θάνατο.

Το θάνατο. Τον άτιμο!
Μόνο εκείνου το τρένο δεν λαθεύει και φτάνει πάντα στον προορισμό του.
Αλάθητο το γαμημένο. Αλάθητο.

Αντίθετα με κάτι άλλα, φοράει όλα τα εφεδρικά συστήματα.
Αντισταθμίζει το ανθρώπινο λάθος, με χιλιάδες διαδικασίες ασφαλείας.

Βλέπεις, να σωθεί θέλει κι αυτός.
Θνητός ο θάνατος, να τον εκτροχιάσεις υπάρχει τρόπος.

Ζήσε. Μην επιζείς. Ζήσε.
Κι αν είναι κάποτε να πεθάνεις, ας είναι από υπερβολική δόση ζωής.

Είπαμε. Αύριο μπορεί να μην υπάρχεις.
Το ξέχασες;

Νικόλας Σμυρνάκης
6/3/23

(Για την τραγωδία στα Τέμπη – 1 Μαρτίου 2023)

ΥΓ
Γράμμα στον εαυτό μου ήταν όλο αυτό και όχι νουθεσία ενός ψευτοανώτερου.
[vc_row][vc_column width=”1/1″][minti_divider style=”3″][minti_headline type=”div” weight=”fontweight-700″]ΒΙΒΛΙΑ[/minti_headline][vc_row][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”30876″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/tyrinos/” target=”_blank”][/vc_column][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”29138″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/alitheia/” target=”_blank”][/vc_column][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”27115″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/grapse-ti-diki-soy-istoria/” target=”_blank”][vc_row][vc_column width=”1/1″][vc_column_text][/vc_column_text][minti_image img=”24033″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product-category/books/” target=”_blank” align=”center”][vc_row][vc_column width=”1/1″][vc_column_text]

Κάθε παραγγελία συνοδεύεται από:

 ιδιόχειρη αφιέρωση του συγγραφέα
 κάρτα με απόφθεγμα του Νικόλα Σμυρνάκη
 δώρο σελιδοδείκτες σε κάθε βιβλίο
332736047_222336750205460_7166423894791875265_n

«Μάνα πρόσεχα» | Νικόλας Σμυρνάκης

Δεν είναι η ώρα μου.
Τι θες και μου ζυγώνεις;
Έχω δρόμο ακόμα.

Πως θα πεθάνω από ζωή
κι όχι από θάνατο
ήξερα πάντα.

Και καλά εμένα
τη μάνα μου δεν τη σκέφτεσαι;
«Θα σε πάρω όταν φτάσω»
της υποσχέθηκα.

Κάθε φορά που μου μηνούσε
«Πρόσεχε παιδί μου, πρόσεχε»
εγώ τη μάλωνα.
«Πάλι τα ίδια ρε μάνα;»

Κι όμως. Ήξερε!
Αν όλοι οι άλλοι ήταν στο σκοτάδι,
εκείνη, μες στην βαθιά υπερβολή της,
ήξερε.

Άσε με να κρατήσω το λόγο μου.
Άσε με να την καλέσω.
Να της πω με ξεθωριασμένη φωνή
«Καλά είμαι ρε μάνα. Έλα γεια τώρα. Ω, έχω δουλειά».

Απότομα θα της μιλήσω πάλι
μα εκείνη, άλλη ευτυχία, πιο μεγάλη,
από τον ήχο του τηλεφώνου να κλείνει
δεν θα βρει.

Τελικά, ποιος είσαι, μου είπες;
Δεν θυμάμαι. Είναι βλέπεις εκείνο το ζάλισμα
που με κατατρέχει ακόμα.
Τίποτα άλλο δεν θα σου ζητήσω
Μια τελευταία φορά.
Ένα τηλέφωνο.
Άσε με διάολε. Άσε με.

Και να πεις δεν πρόσεχα.
Πρόσεχα.
«Μάνα, αυτή τη φορά πρόσεχα».
Μ’ ακούει; Γιατί δεν με ακούει;
Πού είμαι; Τι μέρος είναι αυτό;

«Δεν φταίω εγώ, μάνα. Αλήθεια στο λέω.
Αυτή τη φορά πρόσεχα.
Ούτε ουσίες.
Ούτε στραβές παρέες.
Ούτε ξενύχτια.
Ούτε τρέλες».

Σε ένα βαγόνι ήμουν
που είχε δρόμο ακόμα
Τον ίδιο δρόμο είχαμε κι οι δυο.

Ένα βαγόνι κανονικό
ενός κανονικού τρένου
μιας κανονικής χώρας.
Τέτοιος εκτροχιασμός από την κανονικότητα!
Μα πώς;

Δεν δικαιολογείται τόσος κρότος.
«Ο θόρυβος μάνα.
Ο θόρυβος.
Αδιανόητος.
Και εκείνη η λάμψη.
Μα πρωτίστως η ζέστη.
Τόση ζέστη δεν έχω ξανανιώσει».

Εγώ πως θα πεθάνω από ζωή
κι όχι από θάνατο
ήξερα πάντα.

Τελικά πού βρίσκομαι, θα μου πεις;
Και ποιος στο διάολο είσαι εσύ;
Γιατί δεν μιλάς;
Θα της πεις τουλάχιστον πως είμαι καλά;

Ευτυχώς δεν ζεσταίνομαι πια τόσο.
Αυτό τουλάχιστον. Αυτό.
Δεν ζεσταίνομαι πια, δόξα τω… Θεώ!

Νικόλας Σμυρνάκης
2/3/23

(Για την τραγωδία στα Τέμπη – 1 Μαρτίου 2023)[vc_row][vc_column width=”1/1″][minti_divider style=”3″][minti_headline type=”div” weight=”fontweight-700″]ΒΙΒΛΙΑ[/minti_headline][vc_row][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”30876″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/tyrinos/” target=”_blank”][/vc_column][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”29138″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/alitheia/” target=”_blank”][/vc_column][vc_column width=”1/3″][minti_image img=”27115″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product/grapse-ti-diki-soy-istoria/” target=”_blank”][vc_row][vc_column width=”1/1″][vc_column_text][/vc_column_text][minti_image img=”24033″ lightbox=”2″ url=”https://www.islandofman.gr/product-category/books/” target=”_blank” align=”center”][vc_row][vc_column width=”1/1″][vc_column_text]

Κάθε παραγγελία συνοδεύεται από:

 ιδιόχειρη αφιέρωση του συγγραφέα
 κάρτα με απόφθεγμα του Νικόλα Σμυρνάκη
 δώρο σελιδοδείκτες σε κάθε βιβλίο
foties

Δέντρα εκδικητές | Νικόλας Σμυρνάκης


Τα δέντρα μοναχά στο έδαφος ανήκουν.
Κι εσύ που νόμιζες πως ήτανε δικά σου.
Α ρε άνθρωπε. Πότε θα γίνεις άνθρωπος;

Τώρα που τα δέντρα μετοίκησαν στον αέρα
θυμήθηκες να τα θρηνήσεις.
Μα δεν θρηνείς γι’ αυτά.
Για τη χαμένη ανθρωπιά σου λυπάσαι.

Στη φωτιά ρίχνεις τις ευθύνες,
μα δεν σε εκδικείται αυτή.
Τα φαντάσματα των δέντρων που έκοψες
και πήγαν στον Παράδεισο θα ‘ναι.
Τώρα ζητούν τ’ αδέρφια τους κοντά τους.

Κάπως έτσι πρασίνισε ο Παράδεισος. Τι νόμιζες;
Από μοναχικά δέντρα εκδικητές.

Εσύ που στης γης επάνω τον καμβά
σχεδίασες όλα όσα έχεις
τράβηξες γραμμές, μουντζούρωσες,
τσαλάκωσες και έβαψες,
τώρα κλαις και χτυπιέσαι
για τις μαύρες τρύπες στους χάρτες σου
γιατί λέει δεν είν’ δικές σου.

Ως γνωστών, αλλωνών τα ανομήματα
δημιουργούν εγκαύματα πρώτου βαθμού.

Α ρε άνθρωπε. Πότε θα γίνεις άνθρωπος;
Μια μεταμόσχευση ψυχής να ανακαλύψεις
ακόμα και σώθηκες.

Νικόλας Σμυρνάκης
04/08/2021

(Για την πύρινη τραγωδία – Αύγουστος 2021)

 

ερωτας

Για πρώτη φορά | Νικόλας Σμυρνάκης

Για πρώτη φορά αγνός, βλέπω οράματα
λέπτυνα τα δάχτυλά μου
σίγασα τις κινήσεις μου
για πρώτη φορά αγνός βλέπω οράματα
—————–
Το χέρι δε γράφει
ακολουθεί
την πορεία που χάραξε
η πένα
—————–
Τα μάτια δε νοιάζονται
ορθάνοιχτα αν είναι
ή και σφαλιστά
—————–
Είμαι βλέπεις,
πιο κοντά από ποτέ
στην κόρη των δικών σου ματιών
και τρυγάω
τα χρώματα της ίριδάς σου
—————–
Το στήθος μου, ακουμπά
στο πρόσωπό σου
κι όμως εσύ μ’ έχεις αγκαλιά
—————–
Τα πόδια μου αλάφρυνα
τα βήματά μου ουράνια πια
δε ζηλεύουν άλλο φθαρμένες σόλες
—————–
Μια φορά σε κοιτώ
ίσα στα μάτια
μα μυριάδες εικόνες ξεκαθαρίζω
—————–
Είναι που ο αέρας φυσά
μέσα από το βλέμμα σου
τα μικρά σύννεφα της σκέψης σου
κι αυτά αλλάζουν μορφές
—————–
Μια φορά ν’ ακούσω
το χρώμα της φωνής σου
ζωγραφίζω
όλους τους ήχους που μου λείπαν
—————–
Κινούμαι στο ρυθμό
που γράφουν οι νότες σου
πάνω στο πεντάγραμμο σώμα μου
Σίγασα τις κινήσεις μου, θυμάσαι;
—————–
Μορφάζω
τα συναισθήματά σου
γιατί σε νιώθω πια
με κείνα τα δάχτυλα που λέπτυναν
—————–
Για πρώτη φορά αγνός βλέπω οράματα
λέπτυνα τα δάχτυλά μου
σίγασα τις κινήσεις μου
για πρώτη φορά αγνός βλέπω οράματα
—————–
Φύτρωσε ο σπόρος του νοήματος
που έσπειρες
γέννησα νέα κύτταρα
άνθισαν οι πόροι μου
μύρισαν τα πέταλα πραγματοποιήσεις
—————–
Κι όλα κάτω από ένα φεγγάρι
που γίνεται καθρέφτης του Θεού
για να καλλωπίζεται η φύση
νύχτες σαν τούτες, τόσο σκοτεινές
—————–
Σήμερα είσαι όμορφη,
κάθε δευτερόλεπτο παλιώνεις
μέσα στη τέχνη της ομορφιάς σου
μνημείο που στέκει άχρονο
κι ας μην έχει βρεθεί ακόμα
πέτρωμα που να μπορεί να σε εκφράσει
και να σμιλεύεται ταυτόχρονα
—————–
Σήμερα, αποκρυπτογραφώ πάνω στο σώμα σου
όσα πάντοτε ήθελα
στον ουρανίσκο σου να γράψω
η ροζ γλωσσίτσα σου κρυφά να τα διαβάσει

μάχομαι τη θερμότητα του σώματός σου,
όχι μεταναστεύοντας τ’ αγγίγματά μου
μα βυθίζοντας την επαφή μας
βαθιά στον πυρήνα της
—————–
Διαβάζω τις νότες σου
κι αυτό τις κάνει
ν’ ακούγονται καλύτερα
Ακούω τα γράμματα
να κάνουν κρότο
πέφτοντας από το βιβλίο
των επιθυμιών σου

και φτάνοντας στο έδαφος
οι ήχοι τους φτιάχνουν
το τραγούδι των εκπληρώσεων
—————–
Σήμερα, όσο πλησιάζω στη σπηλιά
που κρύβεται η σκιά της ψυχής σου
τόσο φουντώνει η φωτιά
που τη δημιουργεί
—————–
Όλα μου συνδυάζονται μαζί σου
με κρίκους που διαφέρουν σε μέγεθος και σχήμα
και σε σκουριά
Γι’ αυτό φτιάχνουν τόσο γερές ενώσεις
—————–
Σήμερα, ξέρω όλες τις απαντήσεις σου,
όλες, εκτός από μια
«πώς να φτάσω στο νησί τους»

και με γοητεύει πως είμαι τόσο κοντά
στο να μην τις ανακαλύψω ποτέ
Λένε, το νησί αυτό βυθίζεται μετά
—————–
Τι ταινία να σου φτιάξω σήμερα
που να ταιριάζει σε υπάρξεις
σαν τη δική σου;

που η ύπαρξή σου είναι
τόσο μοναδική που δεν βρίσκω
καν κομπάρσους,
για τους περαστικούς
που συναντάς στιγμιαία στο δρόμο
—————–
Τίποτα δε σου μοιάζει
Και ότι σ’ αντιγράφει
χλευάζεται
Τέχνη μου
—————–
Έρχομαι
Είμαι μέσα σε κάθε μου βήμα
—————–
Όταν σε πλησιάζω
είμαι τα δυο μου πόδια
—————–
Κι όταν σ’ αγγίζω
μεταμορφώνομαι στα δυο μου χέρια
—————–
Τώρα που σε βρήκα
αγκαλιά
και φιλί μου
—————–
Τώρα που έγινα
το στήθος μου
τα χείλη μου
—————–
Κατάλαβα
—————–
Τα ξέρω όλα
γιατί δε σε ρώτησα όσα ήθελα να μάθω
Σε έμαθα
γιατί όσο δε ρωτούσα
μου απαντούσε η σιωπή σου
—————–
Δώσε μου όλα τα ρήματα του κόσμου,
σου έλεγα,
και θα σου φτιάξω τόσες προτάσεις
που θα τα ζαλίσω
—————–
Θα αποχωριστούν τα γράμματα
απ’ τα σύμβολά τους
και της αγάπης μας το νόημα θα ξεφύγει
από κάθε τελείας εξαναγκασμό
—————–
Κι εσύ χαμογελούσες
—————–
Τώρα κατάλαβα ότι το χαμόγελο αυτό
καμουφλάριζε τη σιωπή σου
ρίχνοντας τα δόντια στην πρώτη γραμμή
Για δόλωμα
—————–
Αυτά τα υπέροχα δόντια
που αποκαλύπτονταν τέλεια χτισμένα
στο παράθυρο των χειλιών σου
—————–
Σήμερα, ειδικά σήμερα,
το πρόσωπό σου, το χαμόγελό σου,
μοιάζουν στο φεγγάρι
—————–
στο φεγγάρι
που για πρώτη φορά χαμογελά
δείχνοντας πως τον ίδιο καθρέφτη
μοιράζεσαι με τη νύχτα
όταν στη πλάση αντικατοπτρίζεται
η εικόνα του Θεού
—————–
Σιγά, σιγά, στερεύω,
στερεύω πια από ρήματα
και γεμίζω ουσιαστικά
—————–
Από ουσιαστικά, από ουσιαστικά
πιο ουσιαστικά
—————–
Τελευταίο αναδύεται
απ’ το πηγάδι των ρημάτων μου
γράμμα, γράμμα
—————–
Το ρήμα…
—————–
Κάνει μια στάση
στα χειλάκια σου
πίνει μια σταγόνα δύναμη
—————–
Το ρήμα…
—————–
Μια φορά πετά
γύρω από τ’ αυτάκια σου
που δένονται με το κεφάλι
να μην ακολουθήσουν τη σειρήνα
—————–
Το ρήμα…
—————–
Λίγο πριν αφήσει τον άδειο πάτο του πηγαδιού
για μια θάλασσα ουρανού
με το πετάρισμα των φτερών του, σου λέει

…………………………….

το ρήμα…
που ακούγεται μονάχα
αν έχει να πει
κάτι ουσιαστικό
—————–
Σσσσσσ,
μόνο άκου!

Νικόλας Σμυρνάκης

αγκαλια

Ξανά

08/11/2020

Κάποια στιγμή θα αγκαλιαστούμε ξανά.

Κάποια στιγμή θα συνδεθούμε ξανά.

Κάποια στιγμή θα αγαπηθούμε ξανά.

Κάποια στιγμή θα μονιάσουμε ξανά.

Κάποια στιγμή θα φιληθούμε σταυρωτά. Ξανά.

—————–

Κάποια στιγμή θα σφίξουμε τα χέρια.

Θα χαθούμε στο πλήθος.

Θα αγγίξουμε άφοβα, θα σκουντήσουμε χωρίς να θυμώσουμε.

Ξανά.

—————–

Θα φταρνιστούμε ελεύθερα.

Θα σταματήσουμε το ασανσέρ για εκείνον που έρχεται βιαστικά.

Θα γεμίσουμε τα θέατρα, τα γήπεδα, τις πλατείες.

Ξανά.

—————–

Θα ελευθερωθούμε από κάθε είδους προσωπεία. Υφασμάτινα και μη.

Όχι ξανά. Μα για πρώτη φορά.

—————–

Κάποια στιγμή θα έρθει εκείνη η στιγμή.

Κι αν δεν έρθει, θα τη φέρουμε.

Αργά η γρήγορα.

Θα την ανακτήσουμε.

Θα τη διεκδικήσουμε.

Θα την καλέσουμε.

—————–

Κι αν τίποτα από αυτά δεν πιάσει.

Θα την πλάσουμε.

Θα τη γεννήσουμε.

Μαζί θα την εφεύρουμε.

Όχι ξανά. Μα ούτε για πρώτη, στην ιστορία μας, φορά.

 

ποιημα

Μην παρασυνηθίσουμε | Νικόλας Σμυρνάκης

Να προσέχουμε παιδιά. Να προσέχουμε πολύ.
—————–
Μα και να μην παρασυνηθίσουμε.
Μη νομίσουμε τούτο δω για φυσιολογικό.
Να μην εφησυχάσουμε, πώς το λένε;
Είναι επικίνδυνη μια τέτοιου είδους συνήθεια.
—————–
Μην ξεχάσουμε τη γεύση της ανεμελιάς,
τη μυρωδιά του απροβλημάτιστου περιπάτου.
—————–
Μη γίνει η διαρκής αναμονή
ψευδαίσθηση κανονικότητας.
Η αντίστροφη μέτρηση δεν επινοήθηκε
για να ξεκινά από το άπειρο.
—————–
Να προσέχουμε, δε λέω.
—————–
Κοιτώντας όμως μέσα στο φορητό κουτί
το ταξίδι, την παρέα και την αλήθεια,
μη νομίσουμε πως το ταξίδι, η παρέα και η αλήθεια
έχουν φτιαχτεί από γυαλί και πλαστικό.
Και πως έχουν σχήμα κουτιού.
—————–
Την επίφαση μη νομίσουμε για πρωτότυπη αξία.
Αυτή που στο σχολείο μας σύστησαν ως πανανθρώπινη.
—————–
Την ψευδαίσθηση, μη μπερδέψουμε για ύπαρξη.
Το φυτοζωώ, με το ευημερώ.
—————–
Ακόμα έχουμε πίστη πως όλα θα πάνε καλά.
Καλή τη νιώθουμε την πρόθεση. Ακόμα.
Δεν εξηγείται αλλιώς αυτή η σιωπή.
—————–
Αυτή η μαζική σιωπή!
Ή αλλιώς ο συγχρωτισμός ανομολόγητων σκέψεων
και μη πράξεων.
Δεν απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις σιωπών.
Ακόμα.
Δυστυχώς.
Σσσσσσσσς!
—————–
Κάθε μέρα που περνά στήνονται για αναγνώριση
πίσω από τον διπλό καθρέφτη του ανακριτή εαυτού μας
το ένα δίπλα στο άλλο
τα αθώα πρόσωπα του κάποτε εγώ μας.
—————–
Μην τα κρίνουμε ένοχα όλα μαζί
γιατί απλά είναι… μαζί.
—————–
Να προσέχουμε λοιπόν.
—————–
Μα μην ξεχαστούμε,
και όταν θα έρθει η ώρα να κάνουμε λογαριασμό
λησμονήσουμε να εισπράξουμε αέρα αυτοδιάθεσης.
Να εισπνεύσουμε ατέρμονες αγκαλιές.
Να γλυκάνουμε τον πόνο με ασύστολες συναθροίσεις.
—————–
Να προσέχουμε παιδιά.
Να προσέχουμε πολύ. Μην παρασυνηθίσουμε.
—————–
Συνηθίζεται βλέπεις στις πολιτείες μας.
Να παρασυνηθίζουμε.
Και όλα μετά μοιάζουν τόσο συνηθισμένα.
63a9645144e3cfbbb1d374d2fe4dbbba

«Στάσου» | Νικόλας Σμυρνάκης

Κάθ’ αστέρι κι ένα σ’ αγαπώ
Χάρισμά σου η νύχτα που με σκέπει
Ψηλά να τα κρατήσω τι κι αν προσπαθώ
ένα τη φορά στην αγκαλιά σου πέφτει
—————–
Πέφτουνε τ’ αστέρια σαν βροχή
και στο μυαλό φυτρώνουν τη θωριά σου
Ζηλεύω την ηλιοπλανεύτρα αυγή
τη νύχτα που θα σβήσει απ’ τη ματιά σου
—————–
Έστειλα στη μέρα μηνυτή
το διάβα σου χρυσόφως να γεμίσει
Γίνηκα στα χείλη σου φιλί
τα χείλη μου η γλύκα να σφραγίσει
—————–
Μέσα στο ερυθρό κλουβί σου
ζήτησα απ’ τη ζάλη να με σβήσει
Απ’ έξω έμεινες να μου φωνάζεις « Στάσου,
το κόκκινο είναι χρώμα που ξεφτίζει»

 

hope

Ανέλπιδη ελπίδα | Νικόλας Σμυνράκης

Έλπιζα ότι θα σε βρω, όταν δεν είχα ελπίδα.
Μόλις σε βρήκα σε αγάπησα.
Από ανυπομονησία σε αγάπησα και από αγάπη σε άφησα.
Δεν άντεχα άλλο να είμαι κοντά σου.
Μου έλειπες όταν ήμασταν μαζί και πέθαινα στην ιδέα να σε χάσω.
Και τώρα, που δεν σε έχω πια, σταμάτησα να υπάρχω.
Δεν υπάρχω ούτε καν για να τελειώσω την ύπαρξή μου.
Μόνο να σου γράφω ποιήματα μπορώ από δω που είμαι.
Αυτό, ποτέ δεν θα σταματήσω να το μπορώ.

Νικόλας Σμυρνάκης

31221

Στάχτη και αναγέννηση | Νικόλας Σμυρνάκης

Η λύπη ας γίνει οδηγός. Η οργή ας γίνει πυξίδα.
Λυπάμαι.
Οργίζομαι.
Ρωτώ.
Γιατί; Τούτο το “γιατί” που δεν ψάχνει μεσαιωνικές πυρές
πρόχειρες ευθύνες για να κάψει,
μα την πηγή.
Αλλιώς το ξεκίνημα, την αφετηρία, τον πρόθεση πίσω από τον πρώτο λόγο.

Έπειτα ρωτώ: Πώς ξανά δεν θα γενεί;
Αλλιώς η λύπη κ’ η οργή,
θα επιστρέψει στα παιδιά μας
σαν ιός που ψάχνει νέο ξενιστή, πιο υγιή, πιο σφριγηλό.
Έπειτα ψάχνω για τις πράξεις.
Αυτή τη φορά δίχως δισταγμό.
Χωρίς δίκαιους-λόγους,
συστατικά του ανέφικτου και του κυθυστερημένου.
Λυπάμαι.
Οργίζομαι.
Θρηνώ.

Το μόνο που παρηγορεί το συγγενή
είναι πως ο νεκρός του ζει μια καλύτερη ζωή
κι εμένα εκείνος ο μύθος της στάχτης και της αναγέννησης.

Πιστεύω στα παραμύθια.
Άλλωστε σήμερα ζω ένα από αυτά,
στη θρίλερ του μορφή.
Δεν μπορεί τόσα βουνά από στάχτη να μην κρύβουν μια τόση δα αναγέννηση.
Δε χάθηκε η ελπίδα. Στη στάχτη μας κρύβεται κι αυτή.

Λυπάμαι.
Οργίζομαι.
Θρηνώ.
Γιατί ρωτώ.
Κι ελπίζω.
Στη στάχτη και στην αναγέννηση.

Νικόλας Σμυρνάκης

(Για την τραγωδία στο Μάτι – Ιούλιος 2018)

logo_sitee

‘‘H ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ’’

– Οδυσσέα, φτάνεις.
– Μα πότε επιτέλους συνοδοιπόρε;
– Δεν ξέρω πότε. Ξέρω ότι φτάνεις.
– Μα περιμένω τόσο καιρό.
– Δεν περιμένεις Οδυσσέα, προετοιμάζεσαι. Συνέχισε την προετοιμασία και θα φτάσεις.
– Σε ευχαριστώ συνοδοιπόρε. Σε ευχαριστώ.

logo_sitee

Ευχαριστώ | Νικόλας Σμυρνάκης

Επιβεβαιώνουμε την ύπαρξή μας με εσένα τριγύρω.

Το ξέρεις;

Πιο πολύ και από τη δική σου παρουσία
γι’ αυτό σε ευχαριστούμε
που επιβεβαιώνουμε την ύπαρξή μας με εσένα τριγύρω.

Εγώ και ο μικρός.
Ναι, για εμάς μιλώ.

Γιορτάζεις σήμερα, το ξέρεις;
Γιορτάζει κι η μέρα. Γι’ αυτό ανασαίνει φως ο ουρανός.
Γιορτάζουν και τ’ αστέρια. Γι’ αυτό χίλιες ευχές ζητούν τη νύχτα για χορό.

Γιορτάζεις σήμερα, και τρεις τελείες ψάχνουν λέξεις να γεννήσουν σκέψεις, μα…

Μια και ήρθες, μόλις τώρα, πριν από λίγο, εφτά χρόνια πριν
να αλλάζεις τη ροή του χρόνου στα μυαλά των ανθρώπων
μην ξεχάσεις να μείνεις άλλα χίλια ανθρώπινα χρόνια
ή αλλιώς ένα λεπτό πληρότητας μαζί σου.

Σε ευχαριστώ.
Όχι για όλα.
Αν σε ευχαριστήσω για όλα, στέρεψαν τα ευχαριστώ.
Όχι τα δικά μου. Αυτά έχουν στερέψει χρόνια.
Του κόσμου όλα τα ευχαριστώ. Αυτά θα στερέψουν,
γιατί τα δανείζομαι καιρό.

Σε ευχαριστώ που επιβεβαιώνουμε την ύπαρξή μας με εσένα τριγύρω.
Σε ευ…

Και τώρα;

Έστω κατά τύχη δε θα βρω μια λέξη να σου μοιάζει, άτιμο ευχαριστώ;
Ποια τύχη; Μα τι λέω; Η τύχη πέθανε πριν δώδεκα αιώνες στη μάχη με τη θέληση.
Τότε που η θέληση γέννησε την επιλογή και…

Σε επέλεξα.
Με επέλεξες εσύ.

Δεν είμαι πια ευ-τυχι-σμένος.
Μα ευ-επιλεγμένος.

Επιβεβαιώνουμε την ύπαρξή μας με εσένα τριγύρω. Το ξέρεις;

Σε ευ-επιλ-εγώ γι’ αυτό…

1111111111

Απ’ την αρχή | Νικόλας Σμυρνάκης

Πιο πηχτή η μελάνη απόψε, σβήνει πάνω στο λευκό χαρτί τις μελαχρινές μου σκέψεις

Καθρέφτης του μυαλού οι λέξεις γεμίζουν τις γραμμές με καμπυλώσεις

κι όσες γωνίες μείνανε μαζεύτηκαν στο τέλος κάθε πρότασης

τόσο αιχμηρές που κόβουν των μικρών λεκτικών προορισμών τα τελικά μου σίγμα

————

 Άκου πως στάζουν οι καταλήξεις νοηματικές αλήθειες

κι ας μοιάζουν οι λέξεις πονεμένες από τις τόσες αναγνώσεις

————

Μούσες, έρωτες, πληρότητες

κόκκινα ορνιθοσκαλίσματα του χθες

Μούσες, έρωτες, πληρότητες

λευκές ακέφαλες υπερβολές

————

Μούσα μου, έρωτα, πληρότητα

μάνα των νεογέννητών μου άλφα

Μούσα μου, έρωτα, πληρότητα

φόνισσα των νόθων αριθμών μετά το ένα

————

Καταρρέουν οι γραμμές χιλιάδων τετραδίων

σωρός τα γράμματα που κρέμονται από τα τελευταία τους γιώτα

και φτιάχνουν κεφαλαίους αφορισμούς, σχήματος Χι

————

Από τη μέρα που μου έμαθες να γράφω στη νοηματική

δε ξεπατικώνω πια νοήματα αυτοκόλλητων λέξεων

μιας ζωής καρμπόν της ανάγκης για ζωή

————

Κι όσες λέξεις μείναν στα συρτάρια

πασπαλισμένες από μικροσκοπικές τελείες σκόνης

γίναν τόσο δυσανάγνωστες που τις διαβάζεις μόνο εσύ

————

Κι αν κάτι διασώθηκε απ’ τη παλιά γραφή

είν’ η τελεία τέλους της

που κάθε μέρα μου μαθαίνει

πως να ζω απ’ την αρχή

————

2009: Έπαινος, 26ος Παγκρήτιος Διαγωνισμός Ποίησης

Από τη συλλογή Μουσικές Πατρίδες Παντού

Ποίημα δημοσιευμένο στο greekpoetics από τον Δημήτρη Κρανιώτη.

logo_sitee

“Άνθρωπος Κοινός”

Από την ποιητική συλλογή “Μουσικές Πατρίδες Παντού” (2009)
Ποίημα που γράφτηκε στις 15/11/2002. Έμπνευση για πολλά από τα τωρινά αποφθέγματα του Ανθρώπου στο ΝηΣί, όπως το: “Ένα μετά έρχεται πάντα καθυστερημένο”

[minti_divider style=”1″ icon=”” margin=”30px 0px 30px 0px”]

Στις φλέβες μου μέσα ποτάμι οι πηγές

απ’ όπου αναβλύζει το κρυσταλλωμένο αίμα

Μια σπίθα ανάβει τη ροή προς τη καρδιά

η ίδια που την καίει

—————–

Όταν καίγομαι η φωτιά μου φταίει

—————–

Αναπνέω τη λύπη στον αέρα

πιστεύω το μίσος που με τρέφουν

στο άρπισμα της λύρας τους φιλιώνω

με τις νότες που κούρδισαν τη μοίρα

—————–

Όταν με μοιρολογούν θρηνώ

—————–

Ξεδιψώ την ουσία της ζωής

με κρασί κερασμένο

από τα νηφάλια κελάρια των σωτήρων

δημοσιογράφων, πολιτικών, παρουσιαστών

—————–

Είμαι ότι με κερνούν

—————–

Αγγίζω μέχρι εκεί που φτάνω

κι όταν προσπαθώ για κάτι παραπάνω

ζητώ συγνώμη απ’ το ταβάνι

που χτίσανε για σύνορό μου

—————–

Όταν τα πόδια μου δένουνε, πετώ

—————–

Προσεύχομαι στο Θεό

ώστε όταν δεν τον χρειάζομαι

να τον ξεχνώ

—————–

Θεέ μου Με πιστεύω

—————–

Νοικιάζω την άποψή μου

απ’ το περίπτερο δυο ευρώ

αυτή που έχει δώρο

τρία DVD

—————–

Νοικάρης στα όνειρά μου

—————–

Ερωτεύομαι τον εαυτό μου

κι όσους κρατούν

καθρέφτες διπλής όψεως

Αυτοί είναι οι φίλοι μου

—————–

Γλύφω το δάχτυλο που με δείχνει

Για πιο μεγάλα είμαι γεννημένος

και τα μεγάλα αδικούνται

που δεν γεννήθηκαν κι αυτά για μένα

Ακόμα προχωρούν σε εκτρώσεις

—————–

Στη θέα της γέννας λιποθυμώ

—————–

Κοσκινίζω τον ουρανό

μήπως και βρω χρυσάφι

κι όταν απ’ τον ήλιο καίγομαι

το χρώμα του καταριέμαι

—————–

Όταν η Γη γυρίζει λείπω

—————–

Θέλω στο πιάτο το γλυκό

εκτός κι αν είναι κουταλιού

αυτό το θέλω στο βαζάκι

να βουτώ, να βουτώ, να βουτώ

—————–

Κρατώ την ανάσα μου να μην πνιγώ

—————–

Λέω από μέσα μου το σ’ αγαπώ

μη πονέσουνε τ’ αυτιά μου

Λέγε, λέγε, σ’ αγαπώ

αγάπησα τα σωθικά μου

—————–

Πονέσαν ψίθυρους τ’ αυτιά μου

—————–

Απορώ που έμοιαζε τόσο σίγουρο

αυτό που μόλις έχασα απ’ τα χέρια

Μεταμφιεσμένο ήταν

ή εγώ το πέρασα για άλλο;

—————–

Όταν σφίγγω στη χούφτα κάτι π’ αγαπώ

μπήγω τα νύχια μες στη σάρκα

—————–

Μ’ αρέσει να παίζω το κρυφτό

μα ξεχνώ από ποιον κρύβομαι

όταν κάνει ώρα να με ψάξει

Τρέχω τότε να τον βρω

μα πάντοτε εγώ

στο τέλος τα φυλάω

—————–

Φτου ξελευτερία συντροφιά

—————–

Αρνούμαι πρώτος να δεχτώ

και τελευταίος ν’ αρχίσω

Γι΄ αυτό δέχομαι νέες

απ’ την αρχή αρνήσεις

—————–

Η κάθε μου Αρχή το Τέλος προετοιμάζει
Τα όνειρά μου δίνουν νόημα

στον ύπνο μοναχά

κι ο ελπίδες μου κοιμούνται

όταν ονειρεύομαι με τα μάτια ανοιχτά

—————–

Κοιμάμαι για να μη νυστάξω

—————–

Όταν αφήνω το τώρα για μετά

το τώρα εκδικείται το μετά

λίγο πιο μετά

όταν πια, είναι πολύ μετά

—————–

Ένα “μετά” έρχεται πάντα καθυστερημένο

—————–

Το δίχως νόημα αγαπώ

γιατί μοιάζει στο ατέρμονο βλέμμα

που απέκτησα στο σχολείο

—————–

Τι ωραίο να κοιτάς σε άδεια σχήματα!

—————–

Το λόγο μου κρατώ

για κείνους που τ’ αξίζουν

και τώρα που μιλάμε

που τον έκρυψα τελευταία φορά

δεν το θυμάμαι

—————–

Ο λόγος μου με αποφεύγει

—————–

Κάποιοι είπαν:

Τούτος ο άνθρωπος εστί

ο homo sapiens ο κοινός

—————–

Ο άνθρωπος ο κοινός μην ακούσει

και παρεξηγήσει την “homo” καταγωγή του

φοβήθηκα

—————–

Φοβήθηκα

Φοβόμουν

την ώρα που διψώ

να βγω στη βροχή

—————–

όχι να πιω

μα απλά να βραχώ

—————–

Επιθύμησα

Επιθυμώ

να δώσω στην έκπληξη

την ευκαιρία να γεννοβολήσει

νέους κόσμους

—————–

να παραγγείλω

στο εργοστάσιο του ματιού

έγχρωμες εικόνες

—————–

Κατάλαβα αργά

μα κατάλαβα ευτυχώς

—————–

Όνειρα μου σας μιλώ

τίθεστε σ’ εφαρμογή

—————–

Λουσμένος από ηλιόφως

που πνεύμα σπέρνει όπου κρινογγίξει

αναρριχούμαι μέσα απ’ την πράσινη έρημο

προς τη σκιά του ήλιου

με ένστικτο και με καρδιά

—————–

Σχοινοβατώ πάνω στη γραμμή του ορίζοντα

όπου μπερδεύονται ανατολή και δύση

να καταλήξω στην άκρη τ’ ουρανού

Δεν έχει πιο πέρα από κει

—————–

Σε κείνο το μέρος που κρύφτηκε το βιβλίο της Γέννησης

πολύ πριν τον πρώτο θάνατο

πολύ πριν σμίξουν η μοίρα με τον άνθρωπο

Σε κείνο το μέρος που κρύφτηκε το βιβλίο της Αποκάλυψης

μακριά απ’ του Θεού τη γραφίδα

ψηλά, πιο ψηλά κι από Κείνον

στο πατάρι Του

κάτω από ξεραμένους πυλούς

δίπλα στ’ απομεινάρια

κι άλλων πειραμάτων

—————–

Σε κείνο το μέρος που κρύφτηκε το βιβλίο του Αύριο

να σιγουρέψει πως η γραφή του

θα μείνει αόρατη

η γλώσσα του

θα μείνει άλαλη

—————–

Κατάλαβα αργά

μα κατάλαβα ευτυχώς

—————–

πως οι λέξεις παρασύρθηκαν απ’ τα νοήματα

και τα νοήματα λαμπύρισαν μέσα απ’ τ’ αστέρια

που μοιάζουν πια, φωτεινές άνω τελείες

Πως ο τίτλος μάζεψε τους τόνους του

τις έκαμε σπίθες

ανεξίτηλα σημαδεύοντας το εξώφυλλο

και μετανάστευσε στον ουρανό

κομήτης πια, που κόβει στα δυο τη νύχτα

—————–

Τι αγαπημένος αυτός ο αριθμός

της σελίδας

που θα κρύβει για πάντα ο σελιδοδείκτης!

—————–

Σηκώνω τα μάτια και τι να δω;

Η μέρα ακτινοβόλησε φωτοελπίδες

Ξημέρωσε, το διάβασα στο πρωινό

αυτό, και κάτι ακόμα:

—————–

“Δεν είμαι πλέον άνθρωπος κοινός

γράφουμαι από δω και στο εξής

μοναδικός”

—————–

logo_sitee

Το μόνο που φοβάμαι | Νικόλας Σμυρνάκης

Από την ποιητική συλλογή “Μουσικές Πατρίδες Παντού”

2009: Έπαινος, 26ος Παγκρήτιος Διαγωνισμός Ποίησης

[minti_divider style=”1″ icon=”” margin=”30px 0px 30px 0px”]

Το μόνο που φοβάμαι είναι μη μέσα από τις τόσες γνώσεις αφήσω ανεκμετάλλευτη την άγνοια των νεανικών μου χρόνων

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους φίλους που δικαιολογούν τις πράξεις μου

για την αγαθή προαίρεσή τους

Φοβάμαι πως η ειλικρίνεια έχει γίνει η τέχνη

του να μην κάνεις φίλους

Φοβάμαι, όχι τη μοναξιά, μα το παράδοξό της – μια κακή παρέα

Tους γνωστικούς και σώφρονες που σχολιάζουν

τη ζωή εκείνων που τη ζούνε

και νομίζουν πως έχουνε κι αυτοί ζωή

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους οραματιστές που αντί να διαθέτουν,

αναλώνουν το σήμερα για ένα καλύτερο αύριο

——————

Τους σίγουρους που επιδεικνύουν την άγνοιά τους

και νομίζουν ότι ξέρουν

Τους ακούραστους που πατούν τα βήματά τους

καλοπιάνοντας γνώριμα χνάρια

——————

Τους πετυχημένους που χαρίζουν καθρέφτες

στους Κουασιμόδους της Ζωής παραφυλώντας να δουν

της επιτυχίας τους το είδωλο

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους ειλικρινείς

που με τις φθηνές δικαιολογίες

πληρώνουν ακριβά την αξιοπρέπειά τους και με τα ψέματα την

εξαγοράζουν

——————

Τους χορτασμένους που δεν εκπλήσσονται πια

όχι γιατί όλα τα περιμένουν, μα γιατί όλα τα ‘χουν δει

Τους πληγωμένους που όταν μεγαλώνουν τα νύχια τους

πετάνε τα παπούτσια

——————

Το μόνο που φοβάμαι,

τους επαναστάτες που πηγαίνουν αντίθετα στο ρεύμα

για να διαφέρουν απ’ τα υπόλοιπα ψάρια

Τους καλλιγράφους που δεν ξέρουν πως δυο κύκλοι αρκούν

να φτιάξουν μια μουντζούρα

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους εραστές που δεν καταλαβαίνουν

πως τα ετερώνυμα έλκονται από λάθος της φύσης

που ποτέ δεν παραδέχτηκε

——————

Τους ξεχωριστούς που θεωρούν διαφορετικό

αυτό που είναι ίδιο, μα διαφορετικά εκφρασμένο

Τους λάτρεις των αιθέρων που δεν πάσχουν από υψοφοβία

γι’ αυτό κοιτάνε κάτω στην πρώτη ευκαιρία

Το μόνο που φοβάμαι, τους έμπειρους της ζωής που μπορούν μια ευτυχία

να καταστρέψουν επειδή δεν τους τη μάθαν στο σχολείο

Τους πρακτικούς που νομίζουν κανένα όνειρο

δεν είναι αληθινό μέχρι να γίνει πραγματικότητα

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους ασφαλείς που προτιμούν να επιβαρύνονται

το κόστος των απωθημένων τους απ’ το να πληρώνουν

το τίμημα για τις επιλογές τους

Τους σεβάσμιους που δεν τους απασχολούν οι πράξεις τους

μα το πώς αντιδρούν σ’ αυτές οι άλλοι

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους αισιόδοξους που λεν «ποτέ δεν είν’ αργά

να κάνεις τα λίγα πιο πολλά» κι ούτε τους περνά απ’ το μυαλό πως

«απλά είναι αργότερα απ’ ό,τι ήτανε παλιότερα»

——————

Τους ευαίσθητους που αντιδρούν όταν τρυπούν τη σάρκα τους

κι όχι όταν αγγίζουν το δέρμα τους

Το μόνο που φοβάμαι τους ΠάνταΠότες

που αγνοούν πως τα «Ποτέ» που ξεστομίζουν

γεννιούνται απ’ τα ίδια Πι με τα «Πάντα» που αποφεύγουν

Πως τα «όχι» που προτιμούν υπάρχουν

απλά γιατί κάποιος βρέθηκε να τους πει το «ναι»

——————

Το μόνο που φοβάμαι, τους κατακτητές που μπερδεύουν το απομυθοποιώ

με το καταρρίπτω ακριβώς όπως το αγγίζω με το καταστρέφω

——————

Τους συλλέκτες εμπειριών που νομίζουν πως «έχω» στη γλώσσα

των ανθρώπων σημαίνει «δεν μπορώ να εκτιμήσω»

Τους κριτικούς, που υποτιμούν την κρίση μας

αποδίδοντάς την κάθε κρίση

στα κατεξοχήν θύματά της

——————

Το μόνο που φοβάμαι είναι αυτό που πιο πολύ μου μοιάζει

τον εαυτό μου μέσα από πρίσμα παραμορφωμένου καθρέφτη

——————

Το μόνο που φοβάμαι είναι μη νομίσω

πως ξέρω τι φοβάμαι και πως πρέπει γι’ αυτό και να σας πείσω

——————

logo_sitee

“ΠαντρέψουΝΕ”

Όλα πάνε έρχονται σκορπάνε και αλλάζουν

μα μεις διαφέρουμε από κείνους που μας μοιάζουν
Από φιλίες ξέρουμε, στον έρωτα λέμε μέσα

και της αγάπης τη ποίηση θεωρούμε πριγκηπέσα
Αγγελιοφόρος μηνυμάτων που στοχεύουν στην καρδιά

η φωνή μας πάλι απόψε σπασμένη τραγουδά
Ρίμες ενός τύπου που φωνάζουμε Νικόλα

τραγουδάμε για να υμνήσουμε ότι αξίζει πάνω απ’ όλα

Αυτό που νιώθει στη ζωή αξίζει πάνω απ’ όλα

για κείνη την μελαχρινή που μοιάζει με σπανιόλα
Όλα

Σου λέω

Όλα
Για κείνη την μελαχρινή που μοιάζει με σπανιόλα
Εσένα θέλει στη ζωή

Εσένα θέλει στη φυγή

Εσένα θέλει για γυνή

Εσένα θέλει για ψυχή
Εσένα θέλει για φτερά

Εσένα μοναχά

Απ’ τα όλα πιο πολλά
Της πλάτης του φτερά

πνεύμα και καρδιά

Του Ύψιστου την άπιαστη

Του Ουρανού την άφταστη
Της κόλασης τη ζήλια

Τα κόκκινα τα χείλια
Τρελάθηκε ο Θεός κι έφτιαξε την Εύα

Πως την έδιωξε για ένα μήλο είναι ένα ψέμα

Στη γη σας λέω την έστειλε να μην αμαρτήσει

και τώρα τον Νικόλα πολύ έχει μισήσει

την ομορφιά της δεν την άντεξε κι αν δε μας πιστεύεται

ρίξτε μια ματιά, ελάτε μα μη ντρέπεστε…
Σήμερα το βράδυ θα της το ζητήσει

με το χέρι στη καρδιά να του απαντήσει

τα αρχικά των ονομάτων τους, να του τα ψελλίσει

ένα ΝΕ με έψιλον, να του απαντήσει
Ακούστε τον τώρα να ζητά

το χέρι του να το κρατά

το δαχτυλίδι του να το φορά

παντοτινά
…να ζητώ απ΄ τη γυναίκα της ζωής μου

να γίνει η γυναίκα που θα έχω δίπλα μου

…για το υπόλοιπο της ζωής μου
Εύα Βενέρη…

Πα-ντρέ-ψου-με
————-
Τραγούδι πρότασης γάμου

Νικόλας Σμυρνάκης – Εύα Βενέρη

Παραγωγή – τραγούδι: Iraklika

Στίχοι: Νικόλας Σμυρνάκης

logo_sitee

Νικόλας Σμυρνάκης | Α στερητικό (ποίημα)

παΡα-πΟίησΗ

παΡα-πΟίημΑ που συμμετέχει στο παιχνίδι ποίησης codepoetry

[minti_divider style=”1″ icon=”” margin=”30px 0px 30px 0px”]

Το «α στερητικό» πάντα νικητής, δηλαδή α-νίκητο

μα όχι πάντα δίχως έλεος, δηλαδή α-νελέητο

——————

μπορεί να στερεί στον ά-ψυχο

την ίδια του την ψυχή

——————

μα στον α-θάνατο

την επιστρέφει

tumblr_m1n3idSTXG1r1cwub

“Γομολάστιχα”

tumblr_m1n3idSTXG1r1cwub

παΡα-πΟίησΗ

———–

Ν’ αγγίζεις και να μη νιώθεις

Να κοιτάς και να μη βλέπεις

Να εισπνέεις και να μη μυρίζεις

Να ακούς και να μην αφουγκράζεσαι

Να δοκιμάζεις και να μη γεύεσαι

Να γράφεις και να μη ζεις

———–

Κάπου εδώ θυμάμαι

είχα μια γομολάστιχα

logo_sitee

«Ο φόβος»

-Αν έχει κύματα το ταξίδι;
-Θα δροσιστούμε.
-Αν έχει τέρατα;
-Θα τα αγαπήσουμε
-Κι αν έρθει η Σειρήνα;
-Θα της τραγουδήσουμε.

————

παΡα-πΟίησΗ

————

απόσπασμα από την ποιητική συλλογή “Μουσικές Πατρίδες Παντού” που παρουσιάστηκε στην ομώνυμη έκθεση:

2008: Στρασβούργο 

2009: Ηράκλειο

Video έκθεσης

tumblr_lzwigjRtb21r1cwub

LCD Τήλε-οσφρήσεις | Νικόλας Σμυρνάκης

tumblr_lzwigjRtb21r1cwub

παΡα-πΟίησΗ αφιερωμένη σε όσα  παΡα-λΟγιΚά ζούμε

——————

Δεν πουλιούνται πια άνθρωποι στα σκλαβοπάζαρα

Μονάχα εξαγοράζονται

Ανέβηκαν οι τιμές της συνείδησης

ακρίβυναν οι δεύτερες σκέψεις

Ασύμφορες έγιναν για όσους

ακόμη δουλεύουνε τις πρώτες

——————

Η δουλειά μάλωσε με τον τόνο της

γιατί τα ‘φτιαξε ο άπιστος με το γιώτα της

και τη δουλεύει

——————

Δουλειά

Δουλεία

Δουλειά

——————

Δεν κλίνεται πια όπως παλιά

——————

Οι ξανθιές κλαίνε στα όνειρά τους

που το όνειρο των ανδρών για μια ξανθή αγκαλιά

δεν έγινε πραγματικότητα

——————

Όταν ξυπνάνε τα βάφουν μαύρα

——————

Οι λίγοι γίνονται λιγότεροι, μα στα μάτια μας αυγαταίνουν

γιατί πρώτη φορά τους είδαμε στα μάτια

——————

Οι πολλοί γίνονται περσσότεροι, μα δεν ακούγονται πια

Φωνάζουν όλοι μαζί

Γι’ αυτό

——————

Οι εικόνες διδάσκουν πια

Ξέρουμε μονάχα όσα μας διαβεβαιώνουν

——————

Νέος τηλε-ιός εξαπλώνεται

πανδημία ζήτησης για LCD τηλε-οσφρήσεις

——————

Με τόσες διαβεβαιώσεις

ακόμα κι η όσφρηση κουράστηκε

έπεσε και κοιμήθηκε

——————

Ορφανή έμειν’ η ανάσα

πνιγμό να μυρίζει

στα πρόθυρα σήψης

tumblr_lzabtvSgnw1r1cwub

“Αφιερωμένο σε έναν μπέμπη”

tumblr_lzabtvSgnw1r1cwub

Και μέσα από την ένωσή μας να προκύπτει το πρόσωπο του έρωτα. Παίρνει σχήμα, παίρνει σώμα, παίρνει φτερά και πετά ανάμεσά μας.

Τη μορφή ενός παιδιού διακρίνουμε κι οι δυο, που μεγαλώνει κάθε στιγμή και γιγαντώνεται μπροστά μας. Μικρός θεός που ξεπερνά τους δημιουργούς του, τους σκιάζει χωρίς να τους πονά, τους κρύβει, χωρίς να τους ξεχνά. Δε διακρινόμαστε πια γιατί δεν είμαστε αντίκρυ ο εις στον άλλο, μα μέσα στο παιδί που κουτουλά απρόσεκτα το ταβάνι τ’ ουρανού και λέει:

«Το ταβάνι που μου χτίσανε για σύνορο, δε μου φτάνει. Έχει κι άλλο ουρανό πατέρα. Έχει κι άλλο».

logo_sitee

“…από χρόνια”

2011: Δημοσιευμένο στο Λογοτεχνικό Περιοδικό “Κουκούτσι

——————

Η γλώσσα του βαριά

κολλημένη σε έναν μικρό ουρανό

καταιγισμένο από βροχές σιέλου

Υποδοχείς τα χείλη του

για σμίξεις και για φτύσεις

Γερά και άσπρα δόντια

σαν τσόφλια πριν τη γέννα

Μέγγενη ο λαιμός του

για ολόκληρα κομμάτια καταπόσεις

Καρδιά βαριεστημένη

χτυπά ό,τι θυμάται

—————— 

Παραδομένο αίμα στις φλέβες του τώρα

αναγνωρίζεται μονάχα απ’ το αραιωμένο χρώμα

με τις διαφανείς προθέσεις

Δεξαμενή ληγμένων αστεϊσμών η κοιλιά του

με ραγισματιές χαμόγελα κολλημένα στα τοιχώματά της

 ——————

Έπρεπε να πονέσει το άγγιγμά του

για να το αποκαλέσει χάδι

Έπρεπε να τρυπηθεί η αντίδρασή του

για να τη βαφτίζει αφή

 ——————

Ήταν νεκρός από χρόνια

tumblr_luefizPkg91r1cwub

“To μόνο που φοβάμαι”

tumblr_luefizPkg91r1cwub

2011: Χανιά (Κρήτη): Έκθεση Τέχνης: “Τέχνη & Εθελοντισμός”

——————  

Το μόνο που φοβάμαι είναι αυτό που πιο πολύ μου μοιάζει

τον εαυτό μου μέσα από πρίσμα παραμορφωμένου καθρέφτη

——————  

Το μόνο που φοβάμαι είναι μη νομίσω πως ξέρω τι φοβάμαι

και πρέπει γι’ αυτό και να σας πείσω

tumblr_lued7xy4jl1r1cwub

“XX”

tumblr_lued7xy4jl1r1cwub

2011: Ηράκλειο (Κρήτη): Έκθεση Τέχνης: “Κατά τείχη… Tango” 

——————

Tanda:   Τρία τραγούδια μια ζωή, χΟρός και χΩρισμός

pΑsión:  Τα σώματα μιλάνε τη γλώσσα της αφής:

– Μου λείπεις όταν σε αγγίζω.

– Τότε κάνε να σου λείπω κι άλλο.

taΝgueros: Μέσα τους κοιτάνε

Κόρες και βλέφαρα σε κλειστή στάση

milonGa: Θόρυβος από αγκαλιές

το soundtrack της νύχτας

ritmO: Παραπαίει η μουσική στο ρυθμό των βημάτων:

– Πίσω, πλάι, μπρος εγώ. Εσύ;

– Πλάι σου εγώ. Μαζί.

– Μαζί χΩρός μαζί και χΟρισμός.

anagnwstes---gelio-arxonta-twin-towers280_436781a-thumb-large

Νικόλας Σμυρνάκης | Θα σου κοπεί το γέλιο, άρχοντα…

anagnwstes---gelio-arxonta-twin-towers280_436781a-thumb-large

δημοσιευμένο στη στήλη αναγνωστών: www.protagon.gr, 2011

Αφιερωμένο στους απανταχού άρχοντες που κρέμονται πάνω απ’ τα κεφάλια μας και γελάνε

Πρόσταξε τον καλύτερο τεχνίτη σου, να φτιάξει το πιο αχρείαστο προϊόν (για να φτιάχνεται εύκολα και φθηνά). Είναι εύκολο, το ξέρω, σαν φλύαρη οδηγία, μα για μετά σου ‘χω κάτι πιο γνωστικό.

Πείσε τους όλους να το αγαπάν, κι αν τους το αρνηθούν ποτέ, να κλαίν’, γιατί χωρίς αυτό όπως πριν, δε θα μπορέσουνε να ζήσουνε ξανά. Αρκεί να νοικιάσεις τα πρώτα χίλια κλάματα, και δάκρυα θα βρεθούν, όσα μάτια μείναν να βουρκώσουν. Υγρή επένδυση με ρίσκο μα, πώς αλλιώς θα στάξεις την πρώτη γαλάζια απόχρωση, στων φτωχικών πληγών σου το καταπιεσμένο αίμα;

Τώρα είσαι έτοιμος να χτίσεις, γιατί μοιάζεις πιο μπλε και καλοζωισμένος. «Πρώτα, ρίχνεις τα θεμέλια. Σιγουρεύεσαι ότι τα έθαψες ανάβαθα, για να σκαλίζεις πιο εύκολα το χώμα από πάνω τους, μα κυρίως αυτό ανάμεσά τους. Μετά κατασκευάζεις ορόφους. Κάθε όροφος και μια ιδέα, του πώς μπορεί να είναι ένας κατασκευασμένος κόσμος. Στο μπαλκόνι του ρετιρέ εσύ, σκύβεις να δεις τι έχεις δημιουργήσει (Να το πρώτο λάθος). Κάτω κοιτάς, μόνος γελάς, και πουλάς, πουλάς, πουλάς». Για πόσο καιρό δεν ξέρω, μα μια μέρα, ο κόσμος από κάτω σου, δεν θ’ αντέξει το βάρος της ξεκαρδιστικής επίκυψής σου, και θ’ αρχίσει η πτώση.

Νόμιζες θα άλλαζες τους νόμους, στο διαρκές παιχνίδι της ανόδου. Μα μόνο ένα μικρό ξυλάκι (ευτυχώς όχι πάντα το εκατοστό πρώτο), χρειάζεται για να γκρεμιστεί, ο πύργος με τα εκατό ξυλάκια. Κι είναι αυτό που κάθεται πιο άγαρμπα, στη διαρκώς επιδεκτική κορυφή του πύργου, νομίζοντας πως είναι ξέχωρο, νομίζοντας πως είναι αρχοντικό. Θα πέφτεις άρχοντα, πάνω στα ερείπια που δημιούργησες, κι ούτε αυτά δεν θα’ ναι πια δικά σου. Πρόλαβες πριν πέσεις κι υπόγραψες, να πουληθούν σε άλλον. Δεν σκέφτηκες να κρατήσεις, ούτε μια πέτρα καρτ-ποστάλ.

Και τότε, θα σου κοπεί το γέλιο άρχοντα. Όχι το δικό σου γέλιο. Κάθε πτώση συμπονώ. Για κείνον που τώρα αρχίζει, αρχοντικά να ονειρεύεται μιλώ, νομίζοντας πως όλος ο κόσμος, θα πιαστεί στις μπλε κολλητικές εκκρίσεις, των ονειρώξεών του. Ναι, για σένα μιλώ, που αγόρασες τα ερείπια, και θες να μας πουλήσεις νέους κόσμους Θα σου χαλάσουμε την καινούρια επένδυση άρχοντα,

Μα πριν απ’ αυτό θα σβήσουμε το γέλιο σου απ’ τα χείλη

logo_sitee

Νικόλας Σμυρνάκης | Μισή τελεία (ποίημα)

2010: Αθήνα: “Art together Festival”

2009: Δημοσιευμένο στο Λογοτεχνικό Περιοδικό Κελαινώ 

——————

Με κοιτάς να γράφω στίχους

νομίζοντας πως σε ζωγραφίζω

σχέδιο του αυθορμήτου

που με κάθε του πρόταση

σκιαγραφεί και ένα μέλος σου

——————

«What do you print?» δυο φορές με ρώτησες

Πού να καταλάβω τα κατάσπαστα αγγλικά σου;

——————

Εσένα εκτυπώνω μωρό μου

Στη γλώσσα μου

Με διπλό διάστιχο για να χωράνε στα κενά οι παύσεις σου

Bold για τα μαύρα μαλλιά σου

Italics για τα σκέρτσα σου

——————

Χωρίς περιθώρια – για πλεονασμούς –

Χωρίς τίτλο – να σε προδιαθέτει κάπως –

Χωρίς κέρσορα  – να σε κατευθύνει αναβοσβήνοντας τη συνέχειά σου –

——————

Όλη μια παράγραφος, όλη μια πρόταση

μια λέξη, μιαν ανάσα παρατεταμένη, πνιγερή

ξεπλυμένη από εκπνοής γράμματα

——————

Χωρίς κόμματα,,,

που κόπτονται για τις παύσεις τους

ανυπάκουη με τα ««εισαγωγικά»»

που αλλάζουν ανάλογα με την πένα νόημα

παρεξηγημένη με τις άνω τελείες·····

γιατί είναι μισές κανονικές

Κτηνώδης με τις παρενθέσεις που φορούν πλάγια νοήματα

φυλακίζοντας σε δυο καμπύλες την ((αμεσότητά σου)).

——————

Συγνώμη για την τελεία μωρό μου

δε σου πήγαινε, το ξέρω

μα δεν είναι τελεία «τέλους»

«άνω» είναι, μην την βλέπεις έτσι,

απλά κουράστηκε

να κρέμεται στο λευκό χάος

——————

Απ’ αυτές τις «άνω» που για να μην παραδεχτούν πως είναι μοναχές

κατηφορίζουν ένα κλικ

ψάχνοντας ελεύθερες προτάσεις να τελειώσουν

——————

DIGITAL CAMERA

Τα φτερωτά ωμέγα | Νικόλας Σμυρνάκης

tumblr_ltoekcFyRG1r1cwub-e14545008249201

Μια λέξη ο «άνθρωπος»

παραγεμισμένη με σύμβολα

Μια λέξη και το «σύμβολο»

ανεμοθρεμμένη

Μια λέξη κι η Αγάπη

κοκκινομαθημένη να ζητά

απ’ όλα δυο

——————

Δυο άλφα, δυο όνειρα, δυο αγκαλιές

Και μετά να τα κουμπώνει σ’ ένα σώμα

ανυπάκουο με τα εισαγωγικά

——————

«Σ’ αγαπώ»

Δυο λέξεις που ακούγονται σαν μια

Σαν δυο πρόσωπα που αγαπάνε ένα

Πάντα το ίδιο

Που αγαπάνε σαν ένα

Σαν δυο πρόσωπα που

έμαθαν να μετρούν όλους τους αριθμούς

και σταμάτησαν στο ένα

——————

Αγάπη

Μια λέξη κι η αγάπη

μονίμως έγκυος στα δίδυμα άλφα

του πρωτογέννητου κόσμου

——————

Σ’ αγαπώ

Μια λέξη κι αυτή

τώρα πια

μα λες και τις περικλείει όλες

——————

Σαν ένας άνθρωπος

ανάμεσα σε φτερωτά ωμέγα

——————

Σ’ αγαπώωωω

——————

 

2009: Άγιος Νικόλαος (Κρήτη): Έκθεση Τέχνης: “Μια σύγχρονη εικόνα, χιλιάδες Σύμβολα”  

logo_sitee

“Άνθρωπος Κοινός”

2009: Έπαινος, 26ος Παγκρήτιος Διαγωνισμός Ποίησης

————

Στις φλέβες μου μέσα ποτάμι οι πηγές απ’ όπου αναβλύζει το κρυσταλλωμένο αίμα.

Μια σπίθα ανάβει τη ροή προς τη καρδιά η ίδια που την καίει

Όταν καίγομαι η φωτιά μου φταίει

———— 

Αναπνέω τη λύπη στον αέρα, πιστεύω το μίσος που με τρέφουν

Στο άρπισμα της λύρας τους φιλιώνω με τις νότες που κούρδισαν τη μοίρα

Όταν με μοιρολογούν θρηνώ

———— 

Ξεδιψώ την ουσία της ζωής με κρασί κερασμένο από τα νηφάλια κελάρια των σωτήρων

δημοσιογράφων, πολιτικών, παρουσιαστών

Είμαι ό,τι με κερνούν

———— 

Αγγίζω μέχρι εκεί που φτάνω κι όταν προσπαθώ για κάτι παραπάνω

ζητώ συγνώμη απ’ το ταβάνι που χτίσανε για σύνορό μου

Όταν τα πόδια μου δένουνε, πετώ

———— 

Προσεύχομαι στο Θεό ώστε όταν δεν τον χρειάζομαι να τον ξεχνώ

Θεέ μου, Με πιστεύω

Ερωτεύομαι τον εαυτό μου κι όσους κρατούν καθρέφτες διπλής όψεως

Αυτοί είναι οι φίλοι μου

Γλύφω το δάχτυλο που με δείχνει

———— 

Για πιο μεγάλα είμαι γεννημένος και τα μεγάλα αδικούνται που δεν γεννήθηκαν κι αυτά για μένα. Ακόμα προχωρούν σε εκτρώσεις

Στη θέα της γέννας λιποθυμώ

———— 

Κοσκινίζω τον ουρανό μήπως και βρω χρυσάφι κι όταν απ’ τον ήλιο καίγομαι το χρώμα του καταριέμαι

Όταν η Γη γυρίζει, λείπω

———— 

Θέλω στο πιάτο το γλυκό εκτός κι αν είναι κουταλιού, αυτό το θέλω στο βαζάκι

να βουτώ, να βουτώ, να βουτώ

Κρατώ την ανάσα μου να μην πνιγώ

———— 

Λέω από μέσα μου το σ’ αγαπώ μη πονέσουνε τ’ αυτιά μου.

Λέγε, λέγε, «σ’ αγαπώ» αγάπησα τα σωθικά μου

Πονέσαν ψίθυρους τ’ αυτιά μου

————

Απορώ που έμοιαζε τόσο σίγουρο αυτό που μόλις έχασα απ’ τα χέρια

Μεταμφιεσμένο ήταν ή εγώ το πέρασα για άλλο;

Όταν σφίγγω στη χούφτα κάτι π’ αγαπώ

μπήγω τα νύχια μες στη σάρκα

————

Μ’ αρέσει να παίζω το κρυφτό, μα ξεχνώ από ποιον κρύβομαι όταν κάνει ώρα να με ψάξει

Τρέχω τότε να τον βρω μα πάντοτε εγώ στο τέλος τα φυλάω

Φτου ξελευτερία συντροφιά

————

Αρνούμαι πρώτος να δεχτώ και τελευταίος ν’ αρχίσω

Γι΄ αυτό δέχομαι νέες απ’ την αρχή αρνήσεις

Η κάθε μου Αρχή το Τέλος προετοιμάζει

————

Τα όνειρά μου δίνουν νόημα στον ύπνο μοναχά

κι ο ελπίδες μου κοιμούνται όταν ονειρεύομαι με μάτια ανοιχτά

Κοιμάμαι για να μη νυστάξω

Νοικάρης στα όνειρά μου

————

Όταν αφήνω το τώρα για μετά, το τώρα εκδικείται το μετά, λίγο πιο μετά

όταν πια είναι πολύ μετά

Ένα «μετά» έρχεται πάντα καθυστερημένο

————

Το δίχως νόημα αγαπώ γιατί μοιάζει στο ατέρμονο βλέμμα που απέκτησα στο σχολείο

Τι ωραίο να κοιτάς σε άδεια σχήματα!

————

Το λόγο μου κρατώ για κείνους που τ’ αξίζουν και τώρα που μιλάμε

που τον έκρυψα τελευταία φορά δεν το θυμάμαι

Ο λόγος μου με αποφεύγει

————

Κάποιοι είπαν «Αυτός είναι ο ορισμός του Ανθρώπου του Κοινού»

Πίστεψα στις νεάντερταλ λέξεις μόλις που χωρούσαν στις κουφάλες των δοντιών τους

τους αποθηκευτικούς χώρους της σάπιας σκέψης

Όχι γιατί με πείσαν, ξεδοντιάρες ως ήταν, μα γιατί γρύλισαν στ’ αυτιά μου

σαν ξεστρατισμένες λύκαινες κλονίζοντας για μια στιγμή την αδαμάντινη πεποίθηση μου

για μιαν άτριχη καταγωγή χωρίς ουλίτιδες σκέψεις και εκκρεμότητες στο στόμα

από προγονικές λέξεις έγκλειστες στα λευκά του νου σφραγίσματα

————

Σαν τύμπανο στα μέσα αυτιά μου ακόμα ακούω τον τροχό του φόβου

μα και τον αθάνατο οδοντογιατρό της εξέλιξης να με καθησυχάζει όλος πόνο

«Κάνε υπομονή Άνθρωπε Κοινέ, τελειώνουμε σε χίλια χρόνια

Άλλος απ’ τον τροχό, δεν κινεί τον κόσμο»

————

miga copy

“Γιατί όποιος έχει τη μύγα”

miga copy

2008: Ηράκλειο (Κρήτη): Έκθεση Τέχνης: “Πολιτικά Τοπία, Σύγχρονα Τοπία”  

————

Μια μύγα

σαν οπή αόρατου μολυβιού

μουντζούρωνε τον ουρανό

————

Αλογίσιες ουρές

κι εφημερίδες διπλωμένες

————

Νεύρα και θυμούς

πουθενά να ερεθίσει

————

Δοκίμασε ένα καρβέλι

που το πέρασε μεγάλο ψίχουλο

χωρίς ούτε μια παλάμη να καταδεχτεί

————

Μπήκε σ’ ένα βαθύ καζάνι

που μπέρδεψε με γιγάντια κατσαρόλα

με δεν βρήκε τίποτα φαγώσιμο

πάνω του το είδος της να διαιωνίσει

————

Έκατσε σε ένα περίττωμα

και θυμήθηκε τα παιδικά της χρόνια

————

Έφτυσε σε μια σταγόνα

και παραλίγο να την κάνει δύο

————

Και σε όλα αυτά δε βρήκε

παρά το ασήμαντο νόημα

που έχει η ζωή

μιας ασήμαντης ύπαρξης

————

Τη ζωή τη μιαρή τότε

αποφάσισε να τελειώσει

αυτοκτονώντας

————

Μα τόσο ασήμαντες ζωές

δεν έχουν το τέλος τους σκεφτεί

προβλέψει ή με κάποιο τρόπο προετοιμάσει

————

γιατί αυτό θα έδινε κάποιο νόημα

στην ασήμαντη ζωή τους

————

Έπεσε από της βιβλιοθήκης

το ψηλότερο ράφι

μα σαν πούπουλο προσγειώθηκε

στο πάτωμα

————

Έψαξε να βρει μια αράχνη

να σώσει την ανάγκη που ‘χε να χαθεί

————

μα ο σκορπιός με την ουρά

καρφωμένη στο κεφάλι του,

πως «καιρό τώρα όλες οι αράχνες πνίγηκαν», της είπε,

«σε εθελούσια ποτάμια από χλωρίνη»

————

Πιο πέρα έμαθε

πως έχει ένα λάκκο

με μολυσμένο το νερό

Μα όταν έφτασε, σφήκες και σκαθάρια

να ξεδιψάσ’ είχε προλάβει

Τα πόδια τους πατούσαν πια στον ουρανό

και τα φτερά φιλούσανε το χώμα

————

Μια φωλιά διέκρινε πιο πέρα

κι ευχήθηκε να ‘χει πεινασμένα

δύο τουλάχιστον πουλάκια

————

μήπως και γίνει μια φορά

λόγος έριδας μεγάλης και καβγά

————

Όταν έφτασε,

βρήκε τα δυο πουλάκια

σε ξόβεργα πάνω να ‘χουν

χτίσει τη φωλιά τους

————

κι η κόλλα που είχε

πια στεγνώσει

————

ο μόνος λόγος

που στην οικογενειακή εστία

τα κρατούσε ακόμα κολλημένα

————

Απογοητευμένη

έξω από ένα παράθυρο πετούσε

όταν το σκουλήκι άκουσε,

λίγο πριν σε μάτι αναμμένο ξαποστάσει,

————

στον άνθρωπο να λέει:

————

«Τα πλάσματα αρνούνται άλλο

να ανεχτούν το βιασμό της φύσης

και ένα ένα αυτοκτονούν»

————

κι ο άνθρωπος θιγμένος

«εμείς δεν φταίμε σε τίποτα

για όλα αυτά»

————

«Όποιος έχει τη μύγα…»

ακούστηκε το σκουλήκι να λέει

κι ένα μακρόσυρτο τσσσσσς

κάλυψε της πρότασης το τελείωμα

————

Τότε η μύγα ένιωσε

τη ζωή της να αποκτά

το νόημα που τόσο αναζητούσε

————

Κάθισε στο πέτο του ανθρώπου

και τον μύγιαζε από κείνη τη στιγμή

Ποτέ δεν προσπάθησε ξανά ν’ αυτοκτονήσει

μα κείνη τουλάχιστον το ‘χε κάποτε σκεφτεί

————